Δευτέρα 28 Ιουλίου 2008

Η ΟΜΗΛΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΜΠΑΙΡΑΚΤΑΡΗ


Γ ι ώ ρ γ ο ς Ρ έ τ σ α ς

Πανοσιολογιότατε, Κυρία Δήμαρχε, Κύριε Βουλευτή του νομού μας, Αξιότιμα μέλη και Πρόεδρε. του Τοπικού Τμήματος της Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών, Εκλεκτοί προσκαλεσμένοι, Τιμώμενε Καλλιτέχνη,
Σας καλησπερίζω και σας ευχαριστώ για την τιμή που μου κάνατε να βρίσκομαι την ώρα ετούτη ανάμεσά σας, με την προοπτική να επιχειρήσω μια προσέγγιση του πολύσημου και θαυμαστού εικαστικού έργου του συντοπίτη μας δημιουργού Γιώργου Ρέτσα.

******************************************

Έχοντας βαθιά ριζωμένο εντός του το εικαστικό τάλαντο από τη φύτρα τού είναι του ο Γιώργος Ρέτσας, για ν’ αποκαλυφτεί ετούτο, απλώς έπρεπε να ’ρθεί: το πλήρωμα του χρόνου, το κέντρισμα του ερεθίσματος, το γεννεσιουργό ή αλλογενές αίτημα της δημιουργίας.
Ξεκινώντας από τα μικράτα του τους εικαστικούς πειραματισμούς ο Γ. Ρέτσας, έμελλε στη συνέχεια να θητεύσει δίπλα στον αγιογράφο Χριστόφορο Τάσκο, ο οποίος τον εμύησε στα μύστια μονοπάτια της αγιογραφικής και – ευρύτερα – της ζωγραφικής τέχνης.
Παράλληλα, μόλις κατέλειπε τις δαιδαλώδεις σκαλωσιές της αγιογράφησης ή συντήρησης του εσωτερικού διάκοσμου των ναών του ελλαδικού χώρου, έσπευδε στις αίθουσες και τις κρύπτες των Μουσείων της χώρας για να: επαναθαυμάσει, σπουδάσει και αποκρυπτογραφήσει τις λεπτές σμιλευτικές αποχρώσεις των υπέρλαμπρων γλυπτικών συνθέσεων της ελληνικής αρχαιότητας.
«Δημιουργήματα ζωής, χιλιάδες χρόνια θαμμένα στη γη ή και
έξω απ’ αυτήν, μαρτυρούν την εξέλιξη του ανθρώπινου λόγου
στο πέρασμα των αιώνων. Προκαλούν με την αισθητική τους
έναν ατέλειωτο αγώνα καλλιτεχνικής δημιουργίας, βαραίνουν
την ανθρώπινη συνείδηση με την ευθύνη της συνέχειας»,
διατείνεται Γιώργος Ρέτσας.
Αίρων, λοιπόν, αυτό το άχθος της προγονικής πολιτιστικής μας κληρονομιάς, επήρε το γλύφανο, το πινέλο και τη λαβίδα σύλληψης των ανυπότακτων ψηφίδων, δαμάζοντας όλο ετούτο το άτακτο υλικό για να του δώσει μορφή και περιεχόμενο, να το μεταπλάσσει σε μια εύτακτη και αισθητικά άρτια εικαστική δημιουργία.
Εκ φύσεως φιλέρευνο και ανήσυχο πνεύμα ο Γ. Ρέτσας, πειραματίζεται και αναζητεί προσωπικούς εικαστικούς δρόμους. Μετέχει της αποκαταστάσεως ή πρωτοπλάσεως του εσωτερικού διάκοσμου ναών του χριστιανικού κόσμου, χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή βυζαντινή αγιογραφική αντίληψη, εμπλουτίζοντάς την, όμως, και με νεότερες τεχνικές. Πορεύεται στην ηλιόχαρη ευβοϊκή ύπαιθρο, αναζητώντας με πολλή προσοχή: Ι) Τη βελουδένια υφή της μπεζόλαδης – του τόπου του – μαλτεζόπετρας (της μελαγρίνας των μαρμαροτεχνητών), ΙΙ) Τη βαθυπράσινη καρύστια λίθο, ΙΙΙ) Τις ποικιλόμορφες – σχηματικά και χρωματικά – πολύτιμες ψηφίδες, προσφορά των ενυδάτιων ή παρυδάτιων τόπων του νησιού μας , ΙV) ‘‘Τα μαραμένα ξύλα’’, σπαράγματα, πλέον, των άλλοτε ορθάνοικτων θυρών των ασβεστομύριστων ελληνικών σπιτιών…
Όλην ετούτη την απρόσωπη ύλη η εύδρομη φαντασία του δημιουργού τη μεταπλάθει σε γενήματα λεπτών εικαστικών αποχρώσεων και υψηλής αισθητικής, είτε πρόκειται για τα ζωγραφικά του ποιήματα είτε για τις ολόγλυφες ή ανάγλυφες γλυπτικές του συνθέσεις είτε για τα περίτεχνα ψηφιδωτά του συνθέματα.
Ερχόμενος ο ίδιος ο καλλιτέχνης σε άμεση ή έμεση επαφή με τις υποψήφιες για απεικόνηση στον καμβά λαϊκές φιγούρες, σπουδάζει τους κήπους των ψυχών τους, τις λεπτομέρειες της κατατομής τους, αφουγκράζεται το παράπονο των αναστεναγμών τους, μελετά τις ομιχλώδεις πορείες τους προς τους λειμώνες της αθανασίας.
«Η ζωγραφική είναι ζωή, αποφαίνεται ο εκπρεσιονιστής ζωγράφος Γιώργος Μουζάκης. Κατάφερες να τη δώσεις στο έργο σου; Τότε, έκανες τέχνη.»
Όντως, ο Γ. Ρέτσας σπουδάζει πολύπλευρα τη ζωή και το εσώτατο είναι των μορφών, τους εμφυσά ζωή νέα, διαιώνια, αμάραντη, τις ανατάμνει, τις εμποτίζει στου φωτός την ιριδίζουσα και ανάβλεπτη λάμψη.
Παίρνει, λοιπόν, τους απόκληρους – τους καταφρονεμένους – του τόπου του, τούς αναμορφοποιεί, δίνοντάς τους νέα υπόσταση: εικονιστική, ελκυστική, πολυδιάστατη.
Είναι τύποι, ετούτα τα ‘‘Ξεχασμένα – της ζωής κουρασμένα – Πορτραία’’ ( ‘‘Ο – γοβακιοστιλβωτής Κελεφούρας – λούστρος’’, ‘‘Ο Κουλουριτζής’’ Ρούσσος, ‘‘Ο Μουζικαντής’’ Χασομέρης, ο γέρων Μπεκρής των ‘‘Απεράντων Δρόμων’’ και οι άλλοι του παραλιβέριου τόπου ανυπόληπτοι για τους πολλούς – παρακατιανοί – συν-χωρίτες), που στα χέρια του καλλιτέχνη λαμβάνουν μια άλλη, ένυλη μορφή, στην οποία – εντέχνως – συμβιώνει το ρεαλιστικό με το υπαινικτικά υπερβατικό στοιχείο.
Στοιχεία, που το καλλιτεχνικό τάλαντο του Γ. Ρέτσα θέλει να συγκεράσει μορφοποιητικά και αξεδιάλυτα, μέσα από τις αρμονικές συνθετικές αναλογίες και τα αποκαλυπτικά (των φανερών ή μύχιων πτυχών της ιδιοσυστασίας τους) χρωματικά ποικίλματα.
Η λιτότητα, αδρότητα, λεπτουργική σμίλευση και άφατη εκφραστικότητα των τεχνουργημάτων του Γ. Ρέτσα αποτελούν τη συναρμογή των ιδιαίτερων εικονοπλαστικών τόνων στα ποικίλα καλλιτεχνικά του μοτίβα.
Ψήγματα ετούτα, που ξεπροβάλλουν ξεκάθαρα και στην άλλη ενότητα έργων τού καλλιτέχνη, η οποία συστεγάζεται κάτω από το γενικό τίτλο ‘‘ Ρεμπέτες’’, καθώς εδώ αποτυπώνονται ζωγραφικά οι πάμφωτες μορφές των ανθρώπων που μεγαλούργησαν στο χώρο τού – άλλοτε – παρεξηγημένου ρεμπέτικου τραγουδιού.
Αυτή η ζωγραφική μουσική ομήγυρη του Γιώργου Ρέτσα αποτελείται από τις λαϊκόφιλες φιγούρες των: Περιστέρη, Σωτηρίας Μπέλλου, Μπαγιαντέρα, Μητσάκη, Παγιουμτζή και άλλων πρυτάνεων του ρεμπέτικου κοσμοβασιλείου. Κύριο ζωγραφικό υφάδι της προσωπογραφικής συνθέσεως των ‘‘Ρεμπετών’’ και των άλλων συντέκνων τους είναι το κάρβουνο ή το μολύβι, που η μελανόκομμη στιλπνάδα τους τα κάμνει – μεγαλόπρεπα – να προβάλλουν επί του ηλιόχρυσου υποστρώματος και χρωματικά έμφωτου φόντου. Αυτό το αντιθετικό χρωματικό παιχνίδισμα του χρυσοκίτρινου βελούδου με τις αδρές μαύρες γραμμές του σχεδίου – ή της σκιάς και του φωτός στη φιγούρα του γέροντα της αφίσας Παρασκευά, ‘‘Παλιατζή’’ – (με ζωγραφικό – επί του καμβά – υλικό το λαμπερό λάδι), αποτυπώνουν αφ’ ενός μεν ρεαλιστικά τις παριστώμενες μορφές και αφ’ ετέρου τις αφήνουν ελεύθερες να αποκαλύψουν τον ένανθο εσωτερικό τους παράδεισο.
Αναλόγως, κινείται ο Γ. Ρέτσας και στις ψηφιδικές του συνθέσεις με τις αρμονικές χρωματικά συμπορεύσεις μορφών και φόντου, την τρίσχαρη κινησιακή φόρμα των εικονιζόμενων φιγούρων, την ένυλη συναισθηματική τους αποτύπωση στην όψη του έργου.
Έτσι, βλέπουμε τις γυμνές, καλλιγύναικες ‘‘Μούσες’’ να λικνίζονται μελωδώντας στους ένθεους σκοπούς των ολυμπείων αίνων ή τις δυο ερωτοβολημένες φιγούρες του να δίνουν μέσα από τα πολύχρωμα πετράδια ‘‘Το Φιλί’’ το περιπαθές και πολυέραστο, με τις χρωματικές ανταύγειες του δειλινού να πυρώνουν ακόμη περισσότερο τις σφριγηλές μορφές της συνθέσεως ή τέλος εκείνες τις καλλίγραμμες μορφές που συνομιλούν με το φεγγάρι ή του καθρέπτη τα μιμητικά πλάσματα.
Πλην της ζωγραφικής και ψηφιδικής εικονοποιίας ο τιμώμενος καλλιτέχνης έχει να παρουσιάσει κι ένα πλούσιο γλυπτικό έργο, το οποίο απαρτίζεται από μια ευρύτατη συλλογή ολόγλυφων και ανάγλυφων συνθέσεων.
Η θεματική των ανάγλυφων παραστάσεών του κατ’ εξοχήν παραπέμπει στα αρχέτυπα του αρχαιοελληνικού μυθικού και ιστορικού κόσμου, τα οποία με θέρμη και πάθος μέγα σπουδάζει και – αντιγραφικά (σε μορφή εκμαγείου ή λαξεύματος), αλλά και πρωτόγραφα – πλαστουργεί ο Γ. Ρέτσας.
Πατώντας πάνω στη – χρωματικά – ζεστή γήινη όψη της μαλτεζόπετρας ή της χλοερής υφής της πρασινωπής καρυστίας λίθου ή τέλος της εύπλαστης ύλης του γύψου, περίτεχνα λαξεύει τις θείες μορφές του προγονικού παρελθόντος, δίνοντάς τους κίνηση ένζωη και το αναφαίρετο δικαίωμα της επικοινωνίας με το θεατή μέσα από μια βαθύψυχη συνομιλία μαζί του.
Έτσι, ο φιλότεχνος θα πορευτεί με οδηγό τη μορφοποιό σμίλη του καλλιτέχνη ως τη συγκλονιστική ‘‘Μάχη των Γαυγαμήλων’’ ή την ερωτική διαπάλη των ‘‘Μαινάδων και Σατύρων’’ ή το εναγώνιο πάλεμα του Λαοκόοντα και των τέκνων του με τους θαλάσσιους όφεις του θανάτου ή θα επισκεφτεί τις οινοροούσες ‘‘Διονυσιακές Γιορτές’’ και την τοξεύουσα ‘‘Άτρεμη’’ ή θ’ αποθαυμάσει και – εκστατικός – θα σταθεί εμπρός στην απολλώνια κεφαλή της αθλοφόρου μορφής των ‘‘Ταμύνων’’, με την έκδηλα παρνασσική πλαστικότητα, που (γαλήν-ια και βαθύσκεπη) μειδιά μπρος στης Αθανασίας το άναστρο και άβλεπτο για τους – θνητούς – φωτοβόλο και υπέρκοσμο θείον φως.
Με ετούτες και τις άλλες του ανάγλυφες συνθέσεις ο πλαστουργός Γ. Ρέτσας μαζί με τη ρεαλιστική και συνάμα εξπρεσιονιστική διάθεση παραστατικότητας των εικονιζόμενων μορφών έχει επιχειρήσει – και μάλιστα με χαρακτηριστική επιτυχία – να προβεί και σε μια ξεκάθαρη διαμαρτυρία για: το ανελέητο και βάρβαρο ξεθεμελίωμα του καλλίεπου ελληνικού πολιτισμού, της αεί φωτίζουσας κλασικής και ελληνιστικής αρχαιότητας, καθώς και κατά της απροσχημάτιστα ανίερης κλοπής χιλιάδων ελληνικών έργων τέχνης από χέρια ξένα, αμαρτωλά. Γεγονός το οποίο αποτυπώνεται με το σκόπιμο σπάσιμο του περιγράμματος των αναγλύφων, πράγμα που – όντως – αισχρά συνέβει σε σκοτεινές και βάρβαρες εποχές ενάντια σε ετούτην την υπέρκαλλη προγονική πλαστουργία. Συνάμα, αυτό το ακανόνιστο του σχήματος των αναγλύφων φανερώσει και ένα αδάμαστο, δίχως περιορισμούς ή συμβάσεις αίσθημα ελευθερίας, κάνοντας τις εικονιζόμενες μορφές έτοιμες να φτερακίσουν ανάερες και άκρατες έξω από τα όρια του πνιγηρού και πεζού μας κόσμου, σύμφωνα και με τις επιταγές αισθητικών ρευμάτων με έκδηλο το κοινωνικό περιχόμενο διαμαρτυρίας τους, όπως ο ρομαντισμός και ρεαλισμός του 19ου, κυρίως, αιώνα ή ο εξπρεσιονισμός των αρχών του 20ου.
Από τις ανάγλυφες συνθέσεις του Γ. Ρέτσα ξεχωριστή θέση στο έργο του έχουν και αυτές που σχετίζονται με την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων. Μάλιστα, ετούτες εκτέθηκαν κατά την Ολυμπιάδα του 2004 σε αίθουσα του Δήμου Χαλκιδέων, όπου κεντρική θέση είχε και το ευμεγέθες γύψινο πρόπλασμα του ‘‘Αθλητή’’, το οποίο έκτοτε κοσμεί τους χώρους του Αθλητικού Κέντρου Κανήθου της Χαλκίδας.
Μια άλλη ολόγλυφη σύνθεσή του – αυτή της προτομής της λιπόσαρκης ηρωίδας της Εθνικής Αντίστασης Λέλας Καραγιάννη – μειδιούσα και πράα ατενίζει τα ιωδιούχα μύρα της ευρίπειας κοίτης του χαλκιδικού Κρηπιδώματος.
Αξιόλογο δείγμα της προτομικής πλαστουργικής έκφρασης του Γιώργου Ρέτσα είναι και το εκτειθέμενο σ’ αυτόν το χώρο γυψιδικό πρόπλασμα της μορφής του ‘‘θεόμορφου, Μπεζαϊδέ’’ Ηλία Μαυρομιχάλη, ο οποίος εθυσιάστηκε το Γενάρη του 1822 στον Ανεμόμυλο των Στύρων. Η τελική, μπρούτζινη, εκδοχή της προτομής στέκει – ορθομέτωπη και υφήλια – στην πλατεία Ηλία Μαυρομιχάλη του Αλμυροποτάμου.
Πολλά από τα έργα του Γιώργου Ρέτσα δεν ήταν δυνατό να μεταφερθούν σ’ αυτόν εδώ το χώρο είτε διότι είναι επίτοιχα ή επιδαπέδια είτε διότι κοσμούν ιδιωτικές ή δημόσιες συλλογές είτε διότι εκτείθενται μονίμως σε δημόσιους χώρους.
Πλην των εδώ εκτειθεμένων δημιουργιών του τιμώμενου καλλιτέχνη άλλες εικαστικές του θεματικές ή τεχνοτροπίες, όπως η τεχνική του κολλάζ, ελλείπουν παντελώς.
Αποτιμώντας, τώρα, συνοπτικά την ως τώρα καλλιτεχνική προσφορά του Γ. Ρέτσα, έχουμε να πούμε πως: πρόκειται για μια καλλίπλαστη και ιδιαιτέρως επιμελημένη, περίτεχνη δημιουργία, με θαυμαστή ποιότητα και αδρά κρατούσα τα κλειδιά της εβένινης θύρας του Παντοκράτορα Χρόνου, κάμοντας τα ‘‘Ξεχασμένα Πορτραίρα’’ και τις άλλες του συνθέσεις να στέκουν αμάραντες και μνήμειες στις πολύφυλλες σελίδες του χρόνου και της ψυχής των φιλότεχνων.
Το κλείσιμό μας θα επιθυμούσα να γίνει με αρωγό το – μεστό και πάντα επίκαιρο – λόγο του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου Νικολάου Γύζη:
«Θα έκαμνα, μας λέγει, την ζωγραφικήν ‘‘Αποθέωσιν της
Ελλάδος’’, αλλά μόνος μου δεν ημπορώ να την αποθεώσω, αφού
οι περισσότεροι την… ξεθεώνουν!...
Των φρονίμων ολίγα.»
Ε, λοιπόν, ο σεμνός και συνετός λαϊκός (Ναΐφ κατά τον ξενικό όρο) ζωγράφος και συνάμα γλύπτης Γιώργος Ρέτσας λέγει ολίγα, φρόνιμα, και πολλά κάμνει για τη διάσωση της πολτιστικής μας κληρονομιάς και την αληθινή αποθέωση της γλαυκόκομμης – των Ελλήνων – χώρας. Στάση που του ευχόμαστε εις το διηνεκές με την ίδια ζέση και ποιότητα να κρατεί, πολύτροπα και καλλίμορφα δημιουργών και ατενίζων τους λαμπρούς – του Ωραίου και του Καλού – ουρανούς.


Κων/νος Κλ. Μπαϊρακτάρης
Δαγκλή 1 Χαλκίδα
11 Ιουλίου 2008













Παρουσιάζοντάς με στα ‘‘Ξεχασμένα Πορτραίτα’’

Ο Κώστας Μπαϊρακτάρης, που θα αναφερθεί – κυρίως – στο έργο του Γιώργου Ρέτσα, κατάγεται από τα Λέπουρα, είναι δάσκαλος σε σχολείο της Χαλκίδας, μετέχει ενεργά ή συνεργάζεται με πολλούς πολιτιστικούς και μορφωτικούς συλλόγους ή φορείς του νομού μας. Αρθρογραφεί σε περιοδικά και εφημερίδες, έχει παρουσιάσει ποικίλη συγγραφική δραστηριότητα, έχει επιμεληθεί εικαστικές εκθέσεις του Γιώργου Ρέτσα και άλλων καλλιτεχνών στη Χαλκίδα

Δεν υπάρχουν σχόλια: