Το Πνευματικό Κέντρο Σκύρου, άνοιξε την πρώτη σελίδα παρουσίασης σκυριανών νέων συγγραφέων.
Μια βραδιά παρουσίασης, έμπλεη συναισθήματος, .με θεατρικά στοιχεία στις αναγνώσεις και στο στήσιμο του σκηνικού με στόχο να μεταφερθεί η συγκίνηση που φέρει στα κείμενα του ο συγγραφεας μέσα από την πολυτάραχη ζωή της Πλουσίας ηρωίδας του στον αναγνώστη.
Η εκδήλωση τιμήθηκε από πνευματικούς ανθρώπους του νησιού, επωνύμους του πολιτισμού αλλά και της πολιτικής. Ο βουλευτής του κκε κ.Μαυρίκος και η έπαρχος κ .Γεννηματά συνεχάρηκαν το Δημήτρη Αλεξίου,ενώ τη βραδιά έκλεισε ο δήμαρχος κ.Χατζηγιαννακης δωρίζοντας του, πίνακα με το εξώφυλλο του βιβλιου από το λαϊκο ζωγράφο Ραφαήλ.
Την έκπληξη έκανε ο ίδιος ο συγγραφεας με την τράτα που έγραψε ειδικά για τη βραδια
Φίλοι καλωσορίσατε , φίλοι τς΄αγαπ';μένοι,
Έναι μεγάλη μου χαρά , που στ'; ούλοι μαζ';μένοι
Εφέτο τς Απόκριες δε μπόρεσα για να ρθου
Και τώρα για παρ'; σίαση την τράτα μου θα γράφου.
Μέσ'; στο κατακαλόκαιρο έρθ'; ο τρελλοαθ';ναίες
Ανέκδοτα για να μας πει , να καν'; ρίμες ωραίες
Δημήτρη με φωναζ';νε, τ΄Σωτήρ'; του Αλεξίου
Μα τούτ'; η σύσταση εν'; καλή στα μέρη τ'; Αγρινίου
Στη Σκύρο ούλοι με ξέρ';νε, σαν του Ξενύχτ'; αγγόνι,
Το γένος μ'; έναι Μαραγκού και μάναμ'; η Αντιγόνη.
Στ';ν Αθήνα μέσα κατοικού, στ'; βρώμα και στόυς θορύβοι,
Τσε είμαι τον καλό καιρό, δ';κεγόρος απ'; τς λίγοι
Κατ'; που μικρές παντρεύτ';κα, έκανα τσε παιδάτσα,
Στον κάμπου σπίτι έφτιαξα να ρχομαι καλοκαιράτσα.
Έτανε φέτου δύσκολες για μένα ο χ'; μώνας,
Μα τώρα να τοα που αυτά στέγνωσε ο καταπιώνας.
Τσ'; αφού κρασί δε έχ';με να βάλ'; στο στοματάτσ';
Ας πίνω κερασόζουμο π'; το λένε λικεράτς
Μεσ'; στουν Απ΄ριλη π'; ότρεχα μεσ'; στα νοσοκομεία
Τηλέφωνο με πέρανε αυτοί που βγαν'; βιβλία
Διόπτρα τε λεν τον οίκο μου, χαρά για να μου δώσουν
Μο'; παν πως το βιβλίο μου θένε να το εκδώσουν.
Πικρά κεράσια το πανε μίλαγ'; για μια Πλουσία
Τσ'; εξώφ';λλο τε βάλανε κεράσα σ'; αφασία
Χαμός μεγάλος έγ';νε σε σόγια και σε φίλοι
Πο'; βγάλε ο Μήτσος κείμενο π'; δε μ';λά για τσείνοι
Χ';εστ';κε ο πατέρας μ'; στ'; χαρά τσ'; έτρεχε ν'; αγοράζει
Βιβλία σ'; όλους να δώσ'; με, το κόστος δεν π';ρ';αζει
Κι η μάνα μου εχάρηκε κι είπ τσε καλή κ';βέντα
Τε διάβασε, τε σκούπισε τσε τ'; άπλωσε για τέντα.
Τσ'; αφού στ';ν αθήνα μ'; κάνανε τιμές και μεγαλεία,
Και παρουσίαση τρανή σε σικ καφετερία.
Μίλησε ο Δ';μήτρης ο Πιατάς τσ'; ο Τριανταφυλλίδης,
τσ'; εγώ στ'; μέση έκλαιγα διαμάντι δαχτ';λίδι.
Τς εκ'; δα που εμείς καθόμαστ αν σαν τρία γουρουνάτσα
Ούλ'; τριγύρω κλαίγανε που γκρέμ'; σαν τα σπιτάτσα.
Τα μαθ'; ου Δήμος μας εδώ, τούτα τα ρεζ';λίκια,
Τσ'; ήθελ'; να κάνουμε τσ'; εδώ με πιότερα χαμαλίκια.
Παρ';σίαση να κάνουμε σε τούτο το βιβλίο
Να μαζευτούν οι Σκυριανοί στο Λύκειο το σχολείο.
Να';ναι κι δήμαρχος καλά, τούτο το παλληκάρι,
Που μεσ'; στο αίμα του τσ';λα η τσαχπινιά τσ'; η χάρη.
Μα κι η αντ';δημαρχίνα μας η Ελένη η Κουκοβίνου,
Που τρεχ'; σ';νέχεια δω κι εκεί με τ'; χαρά του σπίνου.
Τσ'; ολόκληρο το κέντρο μας πνευματικό το λένε,
Που τρχ';νε ολημερίς τα πνεύματα να καίνε .
Εν κι η νανά η νταρντάνα μας, η δημοσιογράφος,
Που δεν την πήρε τσ'; έχασε ο κινηματογράφος.
Τρέχανε ούλοι να ετ'; μάσονε σκηνές τσε θεωρεία,
Κεράσματα τσε σκηνικά και σοβαρή ομ';λία .
Έτανε ούλα έτ';μα ν'; αρχίσ'; το πανηγύρι
Μα ο καιρές δεν έθελε να μ';ς κάνει το χατήρι
Έπαιρ'; βοριάς τσε φύσαγε, φ';σούσ'; τσ'; ο μαϊστρος,
τσ'; έτρεχαν να μαζέψ';νε, ο Μάνος τσε ο Νίκος
Τα δ';κάρια μας βαρούσανε, τα ηχεία χάμου πέφταν
Τα σκηνικά χαλούσανε τσ'; ούλ'; να κρ';φτουνε τρέχαν
Έπιασ'; και το ψιλόβροχο κεφάλ'; να σφαλιαρίζει
Τσ'; αντί για τ'; αναγνώσματα μόνε ο βοριάς σφυρίζει
Διαβάστε περισσότερα
http://skyrosnea.pblogs.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου